«Πολιτική: Αλληλοσπαραγμός συμφερόντων, μασκαρεμένος σε αντιπαράθεση αρχών. Η διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων με προσωπικό όφελος.»
Αμβρόσιος Πηρς
Εν έτη 1945, στην Αμερική μετά το πέρας του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, με χρήματα που είχαν περισσέψει από την πολεμική προσπάθεια ιδρύεται η εταιρεία RAND. Αρχικά ήταν τμήμα του ερευνητικού προγράμματος Douglas Aircraft αλλά το 1948 επανιδρύθηκε ως μη κερδοσκοπική οργάνωση χρηματοδοτούμενη από τον στρατιωτικό και τον επιχειρηματικό τομέα. Είναι ένα τυπικό think tank, μια συγκέντρωση δηλαδή εγκεφάλων που η βασική τους δουλειά είναι «να διανοούνται το αδιανόητο». Τα αρχικά Rand σήμαιναν «έρευνα και ανάπτυξη» με έμφαση στην εθνική στρατηγική σε έναν πυρηνικό κόσμο. Όλοι οι μαθηματικοί των ΗΠΑ στις δεκαετίες του 40 και 50 κάποια εποχή δούλεψαν εκεί. Ο Τζον Νας ο μετέπειτα νομπελίστας μαθηματικός τους εισήγαγε σε μια σειρά από παιχνίδια, που προσομοίωναν πολεμικές συγκρούσεις σε επίπεδο στρατηγικής. Η λογιστική του πολέμου μελετήθηκε με ακρίβεια και αναπτύχτηκαν ασφαλείς μηχανισμοί για την αποτροπή οποιουδήποτε τυχαίου χτυπήματος. Με τον φόβο παρόντα και στις δυο πλευρές του αναπτυσσόμενου οπλοστασίου, η στρατηγική “οφθαλμός αντί οφθαλμού” δεν είχε νόημα - το πυρηνικό παιχνίδι μπορούσε να παιχτεί μια και μόνο φορά. Η έντονη αντιπαράθεση των υπερδυνάμεων για δυο γενεές άφησε τα σημάδια της στον πληθυσμό και στους ηγέτες του. Διανοούμαι το αδιανόητο σήμαινε δεν αφήνω καμία πλευρά να διαπράξει το αδιόρθωτο. Η RAND λειτουργούσε περισσότερο σαν πανεπιστήμιο και λιγότερο σαν στρατιωτικός οργανισμός .Οι άνθρωποι της είχαν την ελευθερία να ακολουθούν τα δικά τους ιδιόρρυθμα στιλ ζωής και η έδρα της ήταν ανοικτή 24 ώρες το εικοσιτετράωρο. Η RAND είχε μάλιστα και το δικό της εκδοτικό οίκο. Το 1954, εξέδωσε το «The Compleat Strategist”του Τζων Ουίλιαμς .Ένα βιβλίο που έμελλε να τύχει ευρείας αποδοχής από το αναγνωστικό κοινό. Μια εκλαϊκευτική παρουσίαση των εφαρμογών της θεωρίας παιγνίων εμπλουτισμένη με αρκετές δόσεις μαύρου χιούμορ που ήταν της μόδας στην οργάνωση. Ας μην ξεχνάμε την κυνική ρήση του Φον Νιούμαν «Βομβαρδίστε την ΕΣΣΔ.» ο οποίος θεωρούσε ότι ο μόνος τρόπος αποτροπής ενός πυρηνικού χτυπήματος από την Σοβιετική ένωση ήταν να χτυπήσουν πρώτοι οι Αμερικανοί. Στις μέρες μας υπάρχουν πολλά think tanks που οφείλουν την ύπαρξη τους στην επιτυχία της RAND κανένα από αυτά όμως δεν έχει στους κόλπους του τόσους πολλούς μαθηματικούς που η μόνη τους δουλειά είναι η αφηρημένη σκέψη.
Σε αυτού του είδους τα στρατηγικά παιχνίδια χρησιμοποιείται η ορολογία της συνεργασίας και της αποστασίας .Η θεωρία των παιγνίων υπέστη αργότερα έντονη κριτική λόγω του κυνισμού με τον οποίο αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως άτομα που ενδιαφέρονται μόνο για το δικό τους καλό, αλλά μεταγενέστερες μελέτες έδειξαν ότι οι στρατηγικές που ακολουθούν οι άνθρωποι στην καθημερινή τους ζωή όντως αντανακλούν την αντίληψη που έχουν για το σχετικό κέρδος .Σε ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος η ισοπαλία αφήνει τους δυο παίκτες στο σημείο από οπού ξεκίνησαν, όταν όμως το παιχνίδι είναι μη μηδενικού αθροίσματος, όπως το χρηματιστήριο, το κέρδος και η απώλεια είναι σχετικά, και το παιχνίδι έχει να κάνει περισσότερο με την μεγιστοποίηση του προσωπικού κέρδους παρά με την νίκη κατά του αντιπάλου. Η συνεργασία είναι πραγματοποιείται σπάνια , μόνο όταν οι δυο πλευρές κερδίζουν από την συναλλαγή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα « το δίλημμα του φυλακισμένου» :
Το 1950, δύο Αμερικανοί μαθηματικοί, ο Μέριλ Φλουντ και ο Μέλβιν Ντρέσερ ανακαλύπτουν ένα απλό μαθηματικό μοντέλο σε μορφή παιγνίου στο οποίο οι δύο παίκτες μπορούν είτε να συνεργαστούν μεταξύ τους είτε να προδώσουν ο ένας τον άλλον. Τον ίδιο χρόνο, ο μαθηματικός Άλμπερτ Τάκερ (1905-1995), καθηγητής του νομπελίστα Τζον Νας στο Princeton, απευθυνόμενος σε ψυχολόγους στο πανεπιστήμιο του Σταντφορντ , χρησιμοποιεί ένα παράδειγμα με φυλακισμένους και ποινές με σκοπό να κάνει πιο κατανοητό στο κοινό το παίγνιο των Φλουντ και Ντρέσερ.
Το δίλημμα έχει ως εξής:
Δύο άνθρωποι Α και Β είναι ύποπτοι για την τέλεση ενός εγκλήματος. Όμως η αστυνομία δεν έχει επαρκή στοιχεία για την ενοχή τους . Ο ανακριτής καλεί τον Α στο γραφείο του και του λέει τα εξής. Αν επιρρίψει την ευθύνη στον Β και ο Β δεν μιλήσει θα αφεθεί ελεύθερος ενώ ο Β θα κάνει 7 χρόνια φυλακή. Αν όμως και ο Β επιρρίψει την ευθύνη στον Α και οι δύο θα φυλακιστούν για 4 χρόνια. Αν δεν μιλήσει και τον καρφώσει ο Β, οι όροι αντιστρέφονται. Ο Β θα αφεθεί ελεύθερος και ο Α θα μείνει στη φυλακή για 7 χρόνια. Αν όμως και οι δύο δεν ομολογήσουν θα φυλακιστούν μόνο για ένα χρόνο. λόγω έλλειψης στοιχείων. Την ίδια συζήτηση κάνει και με τον Παίκτη Β. Ο Α και ο Β δεν συναντιούνται και δεν επικοινωνούν μεταξύ τους.
Ας έρθουμε λοιπόν στη θέση του Παίκτη Β. Σκέπτεται: "Αν ο Α με έχει καρφώσει, εμένα με συμφέρει να τον καρφώσω γιατί αν το κάνω θα φάω 4 χρόνια ενώ αν δεν το κάνω θα φυλακιστώ 7 χρόνια. Αν δεν με έχει καρφώσει, πάλι με συμφέρει να τον καρφώσω γιατί θα αφεθώ ελεύθερος ενώ αν δεν το κάνω θα κάτσω ένα χρόνο στη φυλακή. Άρα ότι και να κάνει ο Α εμένα με συμφέρει να τον καρφώσω".
Φωνάζει τον δεσμοφύλακα και του λέει ότι θα ομολογήσει και θα ρίξει την ευθύνη στον Α. Όμως και ο Α σκέφτεται με τον ίδιο τρόπο και τον καρφώνει. Συνεπώς και οι δύο φίλοι μας θα κάτσουν 4 χρόνια στη φυλακή.
Ήταν όμως λογική η επιλογή τους; Αν σκεφτούμε ότι και οι δύο σκέφτηκαν το συμφέρον τους, ναι. Και οι δύο έλπιζαν ότι ο άλλος δεν θα μιλούσε και θα αφήνονταν ελεύθεροι. Ο καθένας κοίταζε αποκλειστικά το συμφέρον του . Να κερδίσουν όσο μπορούν περισσότερα ή έστω να υποστούν όσο το δυνατόν λιγότερη ζημιά. Να όμως που ο εγωισμός τους δεν έφερε το καλύτερο αποτέλεσμα και για τους δύο, δηλαδή να μην καρφώσει ο ένας τον άλλο και να τη γλιτώσουν φτηνά με ένα χρόνο φυλάκισης ο καθένας.
Το Δίλημμα του Φυλακισμένου έγινε ευρέως γνωστό στους επιστημονικούς κύκλους και απασχόλησε επιστήμονες από πολλούς και διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους. Την οικονομία , την νομική , την ψυχολογία, ακόμα και τη βιολογία.
Ας έρθουμε λοιπόν στη θέση του Παίκτη Β. Σκέπτεται: "Αν ο Α με έχει καρφώσει, εμένα με συμφέρει να τον καρφώσω γιατί αν το κάνω θα φάω 4 χρόνια ενώ αν δεν το κάνω θα φυλακιστώ 7 χρόνια. Αν δεν με έχει καρφώσει, πάλι με συμφέρει να τον καρφώσω γιατί θα αφεθώ ελεύθερος ενώ αν δεν το κάνω θα κάτσω ένα χρόνο στη φυλακή. Άρα ότι και να κάνει ο Α εμένα με συμφέρει να τον καρφώσω".
Φωνάζει τον δεσμοφύλακα και του λέει ότι θα ομολογήσει και θα ρίξει την ευθύνη στον Α. Όμως και ο Α σκέφτεται με τον ίδιο τρόπο και τον καρφώνει. Συνεπώς και οι δύο φίλοι μας θα κάτσουν 4 χρόνια στη φυλακή.
Ήταν όμως λογική η επιλογή τους; Αν σκεφτούμε ότι και οι δύο σκέφτηκαν το συμφέρον τους, ναι. Και οι δύο έλπιζαν ότι ο άλλος δεν θα μιλούσε και θα αφήνονταν ελεύθεροι. Ο καθένας κοίταζε αποκλειστικά το συμφέρον του . Να κερδίσουν όσο μπορούν περισσότερα ή έστω να υποστούν όσο το δυνατόν λιγότερη ζημιά. Να όμως που ο εγωισμός τους δεν έφερε το καλύτερο αποτέλεσμα και για τους δύο, δηλαδή να μην καρφώσει ο ένας τον άλλο και να τη γλιτώσουν φτηνά με ένα χρόνο φυλάκισης ο καθένας.
Το Δίλημμα του Φυλακισμένου έγινε ευρέως γνωστό στους επιστημονικούς κύκλους και απασχόλησε επιστήμονες από πολλούς και διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους. Την οικονομία , την νομική , την ψυχολογία, ακόμα και τη βιολογία.
Αλλά πολύ περισσότερο και στην πολιτική .Είναι δυνατόν δυο πολιτικά κόμματα που εναλλάσσονται την εξουσία για περισσότερα από 40 χρόνια και διεκδικούν αμφότερα το ρόλο του σωτήρα για μια χώρα να συνεργαστούν; Υπό ποιες συνθήκες δύο θεμελιωδώς εγωιστικά όντα (η και πολιτικοί σχηματισμού) μπορούν να επιλέξουν να συνεργαστούν; Όπως και στο δίλημμα του φυλακισμένου η συνεργασία πολύ δύσκολα επιτυγχάνεται. Το καθένα από τα δυο κόμματα αποσκοπεί και αποβλέπει σε θετικά οφέλη και το κατορθώνουν αμφότερα με ουσιαστικό χαμένο την χώρα την οποία κυβερνούν.
Όσο κι αν φαίνεται παράλογο ή κυνικό ,η λύση προέρχεται από τη δομή οργανώσεων όπως η Μαφία ,η οποία έχει μια πολύ καλή λύση στο να επιβάλλει τη συνεργασία μεταξύ των παικτών στο Δίλημμα του Φυλακισμένου. Τον νόμο της σιωπής ή αλλιώς Ομερτά. Όποιος μιλήσει, όποιος προδώσει, πεθαίνει ή πέφτει σε δυσμένεια. Οπότε ο παίκτης δεν έχει να κάνει τίποτε άλλο από το να σιωπήσει, να συνεργαστεί και να αφήσει τον εγωισμό του στην άκρη. Το πρόβλημα λύνεται με την ιδιαίτερα μεγάλη αύξηση του κόστους της προδοσίας. Η προδοσία κοστίζει τη ζωή του παίκτη. Και η ζωή είναι ανεκτίμητη. Μόνο ο κίνδυνος , όχι του θανάτου βέβαια , για πολιτικά κόμματα αλλά για την διάλυση τους , ίσως τα οδηγήσει στην συνεργασία. Δυστυχώς μόνο όταν οι βάρβαροι βρίσκονται προ των πυλών υπάρχει η προοπτική της ομόνοιας και της συναίνεσης.
Κάθε ομοιότητα με πραγματικές καταστάσεις η γεγονότα είναι εντελώς συμπτωματική…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου